- δηκτικῶν
- δηκτικόςbitingfem gen plδηκτικόςbitingmasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φαίδρος — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μαθητής του Σωκράτη, γνωστός από τους πλατωνικούς διαλόγους. Υπήρξε και μαθητής του Λυσία. 2. Επικούρειος φιλόσοφος, που διακρίθηκε στα τέλη του 2ου και στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. Ήταν μαθητής του Ζήνωνα του… … Dictionary of Greek
γκέλι — το το κεντρί μελισσών, σφηκών, σκορπιών κ.ά. δηκτικών ζωυφίων … Dictionary of Greek
διαξιφισμός — ο (Α διαξιφισμός) [διαξιφίζομαι] η ξιφομαχία νεοελλ. ανταλλαγή δηκτικών υπαινιγμών, έντονων χαρακτηρισμών σε προφορική συζήτηση, αλληλογραφία ή αρθρογραφία … Dictionary of Greek
φαιδρός — I Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μαθητής του Σωκράτη, γνωστός από τους πλατωνικούς διαλόγους. Υπήρξε και μαθητής του Λυσία. 2. Επικούρειος φιλόσοφος, που διακρίθηκε στα τέλη του 2ου και στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. Ήταν μαθητής του Ζήνωνα του… … Dictionary of Greek
Βιβάκουλος, Μάρκος Φούριος — (Κρεμόνα 103 – 10; π.Χ.). Λατίνος ποιητής δηκτικών ιάμβων και επικών ποιημάτων, που εξυμνούσαν τα κατορθώματα του Ιουλίου Καίσαρα στον Ρήνο. Όταν ο Καίσαρ άρχισε να εκδηλώνει μοναρχικές τάσεις, ο Β. έγινε σφοδρός επικριτής του … Dictionary of Greek
Καβαλότι, Φελίτσε — (Felice Cavallotti, Μιλάνο 1842 – Ρώμη 1898). Ιταλός συγγραφέας και πολιτικός. Ήταν συμπολεμιστής του Γκαριμπάλντι, ενώ εργάστηκε ως αρθρογράφος σε εφημερίδες της αντιπολίτευσης. Το 1873 εξελέγη βουλευτής και ηγήθηκε συνασπισμού των προοδευτικών… … Dictionary of Greek
Μαγιακόφσκι, Βλαντίμιρ Βλαντιμίροβιτς — (Vladimir Vladimirovich Mayakovsky, Μπαγκντάντι [σημερινό Μαγιακόφσκι], Γεωργία 1893 – Μόσχα 1930). Ρώσος ποιητής. Το 1906, μετά τον θάνατο του πατέρα του, που ήταν επιθεωρητής δασών, η οικογένεια Μ. εγκαταστάθηκε στη Μόσχα. Ο νεαρός Βλαντίμιρ,… … Dictionary of Greek
διαξιφισμός, ο — διαξιφισμός, ο, 1. ανταλλαγή χτυπημάτων με ξίφος. 2. μτφ., ανταλλαγή επικριτικών, δηκτικών φράσεων σε συζήτηση: Ανταλλάσσουν διαξιφισμούς σε κάθε συνάντησή τους … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)